Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2013

Μώβ Πεταλούδα


Βρέθηκα στο δάσος
κυνηγημένος απο τις γνωστές
αγωνίες

Μια πεταλούδα πέταξε
προς εμένα

Την ρώτησα πως γινεται
και εσύ να πετάς
πάνω απο την μιζέρια;

Μου ειπέ τότε κάτι λόγια
που δεν τα περίμενα
απο μια πεταλούδα

Πάντα να αγωνίζεσαι
για το άριστο

Πάντα να πιστεύεις
στο απροσάρμοστο

Πάντα να τσακίζεις
αυτό που σε συνθλίβει

Έχεις μια αγωνία
το ποιος εισαι
και που πας

Πάντα θα σε κυνηγάει
ο φόβος του θανάτου

Εσάς τους ανθρώπους
σας φοβίζει η ζωή 

Πιέζεις τον εαυτό σου
ο χρόνος ο χαμένος

Μα τίποτα δεν έχει
να πει και αυτός
 ο καημένος


Καμια μάχη ακόμη
δεν δόθηκε

Μην κλαίς μου λέει
διότι τα δάκρυα
χωρίς κόπο
δεν πιάνουν φίλε
τόπο

Την είδα πέταξε
μακριά
σαν όνειρο
έφυγε μακριά
ανοιγοκλείνοντας χαρακτηριστικά
τα μικρά της φτερά 
Ένιωσα χαρά που
είδα αυτό το θεάμα

Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2013

Στο νησί της Καλυψώ


Έμεινα παγιδευμένος στο κορμί της
χαμένος στην ζεστάσια του

Με κρατούσε το ποτό της
μαγεύοντας τις αισθήσεις

Με ξυπνούσε το φιλί της
και εγώ ένιωθα ασφάλεια

Αιώνες ζούσαμε οι δύο μας
περνόντας τις εποχές

Χωρίς ιδέα, σκοπό και αιτία
αλλά πέρασαν οι καιροί
και τα χρόνια

Λίωσαν οι πάγοι,
χάθηκαν τα χιόνια

Μια Ιθάκη πίσω σε περιμένει
ωραία η διαμονή
αλλα το ταξίδι συνεχίζει

Έτσι θα φύγεις ένα βράδυ σαν τον κλέφτη
χωρίς να μιλήσεις
χωρίς να πεις
 φεύγω πάω στον προορισμό

Το είχε προβλέψει καλά η Καλυψώ
Ύψωσε τοίχο και έβαλε φρουρά
Όποιος τολμήσει να φύγει
 θα εκτελεστεί διαδικαστικά

Όμως κανεις δεν μπορεί να φυλακίσει την ελευθερία

Ο έρωτας δεν αξίζει
δίχως να σε κανει να πονάς
να χάνεις αυτό που αγαπάς...

Έτσι δραπέτευσα απο το νησί της
Βρήκα τον τρόπο να κρυφτώ καλά
Παίζοντας τον αρχέγονο ρόλο του
Πολυμήχανου Οδυσσέα

Τώρα την ακούω να ουρλιάζει απο μακριά
άγριες κατάρες να μου ρίχνει
να μην ξαναγαπήσεις ποτέ
Μπάσταρδε πάλι με ξεγέλασες

Οτι και να κάνεις πάντα  εδώ

το μυαλό σου θα γυρίσει